ἀλογία

ἀλογία
ἀλογίᾱ , ἀλογία
want of respect
fem nom/voc/acc dual
ἀλογίᾱ , ἀλογία
want of respect
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀλογίᾳ — ἀλογίαι , ἀλογία want of respect fem nom/voc pl ἀλογίᾱͅ , ἀλογία want of respect fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αλογία — η (Α ἀλογία) [ἄλογο] έλλειψη λογικής, παραλογισμός αρχ. 1. έλλειψη σεβασμού, εκτιμήσεως ή φροντίδας, αδιαφορία 2. σύγχυση, αταξία, αμηχανία 3. δισταγμός, αμφιβολία, αναποφασιστικότητα 4. σιωπή, βουβαμάρα 5. φρ. «ἐν ἀλογία ἔχω ἢ ποιοῡμαι τι», δεν… …   Dictionary of Greek

  • αλογιά — η [άλογο] δέρμα αλόγου 2. φορτίο αλόγου 3. αλογήσια μυρουδιά …   Dictionary of Greek

  • ἀλογίας — ἀλογίᾱς , ἀλογία want of respect fem acc pl ἀλογίᾱς , ἀλογία want of respect fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλογίαι — ἀλογία want of respect fem nom/voc pl ἀλογίᾱͅ , ἀλογία want of respect fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλογίαν — ἀλογίᾱν , ἀλογία want of respect fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλογίαις — ἀλογία want of respect fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλογίην — ἀλογία want of respect fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλογίης — ἀλογία want of respect fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλογίῃ — ἀλογία want of respect fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”